Σχιστία χείλους 

Συχνότερα προσβάλλεται η αριστερή πλευρά. Υπάρχει ένα ευρύ φάσμα όσον αφορά τη βαρύτητα των ανωμαλιών, από μια μικρή σχισμή στο άνω χείλος πλάγια από τη μέση γραμμή, μέχρι την αμφοτερόπλευρη σχιστία, που επεκτείνεται στη μύτη, τα ούλα και την υπερώα. Η σχιστία χείλους μέσης γραμμής είναι σπάνια και μπορεί να είναι μέρος ενός συνδρόμου στοματο-προσωπο-δακτυλικού ή συνδρόμου EllisVanCreveld ή Ολοπροσεγκεφαλίας.

Η ταξινόμηση των σχιστιών βασίζεται κυρίως στην κλινική εικόνα.

Οι επεμβάσεις για την αποκατάσταση των σχιστιών γίνονται :

Στον 3ομήνα (χειλεοσχιστίες και σκληρή υπερώα)

Στον 12ομήνα (μαλακή υπερώα)

4ο5οέτος (φαρυγγοπλαστική)

8οέτος (τοποθέτηση οστικού μοσχεύματος)

17ο18οέτος (ρινοπλαστική και οστεοτομίες γνάθου).

Λόγω δυσμορφίας του αεραγωγού και της εκκριτικής ωτίτιδας που συνοδεύει τις σχιστίες, τα παιδιά παρουσιάζουν σχεδόν μόνιμα ρινική καταρροή. Παρά τη χρήση αντιβιοτικών, αποσυμφορητικών κ.α., η κατάσταση τους δεν βελτιώνεται και συχνά αυτό οδηγεί στη λάθος απόφαση για αναβολή του χειρουργείου, η οποία θα πρέπει να αποφεύγεται γιατί η χειρουργική επέμβαση τις περισσότερες φορές είναι και η λύση του προβλήματος. Οι γονείς θα πρέπει να έχουν ενημερωθεί για κάθε χειρουργική επέμβαση από το γιατρό τους, για τυχόν επιπλοκές αλλά και για την μετεγχειρητική φροντίδα. Ο χειρουργός είναι αυτός που θα επιλέξει σωστά το χρόνο της επέμβασης και θα έχει εκτιμήσει τη γενική κατάσταση του παιδιού. 

 

Εξελικτικές διαταραχές της ομιλίας που σχετίζονται με την χειλεο-σχιστία και υπερώϊο-σχιστία

Ο όρος διαταραχές χρησιμοποιείται για να εκφράσει την ύπαρξη μιας φωνολογικής διαταραχής (κακή οργάνωση των φωνημάτων στον εγκέφαλο),μιας αρθρωτικής διαταραχής (υπολειτουργία του μηχανισμού παραγωγής της ομιλίας, δηλαδή των αρθρωτικών οργάνων) και άλλων τύπων διαταραχών. Με τον όρο εξελικτικές εννοούμε ότι οι διαταραχές αυτές συμβαίνουν σε μια χρονική περίοδο που το παιδί εξελίσσεται και αναπτύσσει επικοινωνιακές και γλωσσικές δεξιότητες. Εφόσον υπάρχει δυσκατάληπτη ομιλία αυτό αποτελεί μεγάλο εμπόδιο για τη γενικότερη ανάπτυξη του παιδιού. Έτσι υπάρχουν 3 γενικές αρχές αντιμετώπισης:

α) η ανάγκη για έγκαιρη παρέμβαση

β) η σπουδαιότητα της γλωσσικής και επικοινωνιακής ανάπτυξης πέρα από τις φωνολογικές δυσκολίες. 

γ) η συνεργασία με μια ομάδα όπως παιδίατρος, ωτορινολαρυγγολόγος, ορθοδοντικός, λογοθεραπευτής κ.α. 

για να διασφαλιστεί, όσο είναι δυνατόν, το μέγιστο δυνατό των ικανοτήτων του παιδιού. Διότι οι διαταραχές αυτές επηρεάζουν εκτός από την ανάπτυξη της επικοινωνίας, την φυσική ανάπτυξη του παιδιού, την κοινωνικότητα και την εκπαίδευσή του.

Η επαφή του λογοθεραπευτή με το παιδί γίνεται τις περισσότερες φορές μετά τη χειρουργική αποκατάσταση της υπερωϊοσχιστίας. Μελέτες έχουν δείξει ότι ακόμη και μετά από την αρχική χειρουργική επέμβαση στην υπερώα, ένα ποσοστό 20-30% περίπου των παιδιών θα συνεχίσουν να έχουν υπερρινική ομιλία. Αυτό συμβαίνει από την ανεπαρκή δημιουργία αρνητικής ενδοστοματικής πίεσης στη βρεφική ηλικία πριν από την χειρουργική επέμβαση και στις δυσκολίες της σίτισης. Η συνήθεια αυτή αποκτάται από πολύ νωρίς στο βρέφος και είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ανάπτυξη της ομιλίας αργότερα. Όσο περισσότερο καθυστερεί η χειρουργική επέμβαση της αποκατάστασης της σχιστίας, τόσο το παιδί καθηλώνεται σε αντισταθμιστικές κινήσεις της γλώσσας έτσι ώστε να πετύχει την αρνητική πίεση που χρειάζεται για τη διοχέτευση της τροφής. Οι αντισταθμιστικές αυτές κινήσεις έχουν αντίκτυπο και στις διαταραχές άρθρωσης. 

Παράγοντες που επηρεάζουν την πρόγνωση της λογοθεραπευτικής παρέμβασης:

  • Τύπος της σχιστίας

  • Χρόνος της χειρουργικής επέμβασης

  • Βαθμός ρινοφαρυγγικής ανεπάρκειας

  • Κατάσταση της στοματικής κοιλότητας

  • Οδοντοστοιχία. Ένα άλλο πρόβλημα έχει να κάνει με την κακή σύγκλιση των δοντιών αλλά και άλλες ορθοδοντικές ανωμαλίες οι οποίες αποτελούν κίνδυνο για την ανάπτυξη της ομιλίας. 

  • Ακοή. Ένα επιπλέον φυσικό επακόλουθο της υπερωϊοσχιστίας είναι τα προβλήματα ακοής. Οι ωτίτιδες, εξαιτίας της κακής λειτουργίας της ευσταχιανής σάλπιγγας, υπάρχουν από τη γέννηση του παιδιου . Αυτό έχει ως αποτέλεσμα μείωση της ακοής που επηρεάζει την ανάπτυξη των πρώιμων αντιληπτικών και μετέπειτα γλωσσικών ικανοτήτων του παιδιού(BamfordandSauders1985). 

  • Συνυπάρχοντα προβλήματα



ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΗ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Οι γλωσσικές ικανότητες των παιδιών με σχιστίες τείνουν να είναι καθυστερημένες, ειδικά σε ό, τι αφορά την ανάπτυξη της έκφρασης (Russel1989). Τα αίτια της καθυστέρησης μπορεί να σχετίζονται με τη συνδυασμένη βαρηκοΐα, το γλωσσικό περιβάλλον και άλλους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες παρά με την άμεση επιρροή της ανατομικής ιδιομορφίας. Η βιβλιογραφία του McWilliamsetal (1984) αναφέρει ότι υπάρχει αυξημένο ρίσκο στα παιδιά με υπερωϊοσχιστία να παρουσιάσουν γλωσσική διαταραχή κατά την προσχολική περίοδο. Έτσι συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση της γλωσσικής ανάπτυξής τους. 

 

ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

Διάφοροι παράγοντες που σχετίζονται με την ανατομική ιδιομορφία μπορεί να δημιουργήσουν έντονο στρες και άγχος στο παιδί με αποτέλεσμα να επηρεαστεί η πραγματολογική ανάπτυξη του παιδιού (η επικοινωνία, η κοινωνικότητα κ.α.). 

 

ΚΛΙΝΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ

Η αξιολόγηση ενός παιδιού με υπερωϊοσχιστία είναι ίδια όπως για κάθε παιδί της ίδιας χρονολογικής ηλικίας. Τυχόν επικοινωνιακές δυσκολίες μπορεί να ευθύνονται λόγω των παραγόντων που σχετίζονται με την ανατομική ιδιομορφία. Ο λογοθεραπευτής θα πρέπει να διεξάγει μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση της ανάπτυξης των επικοινωνιακών ικανοτήτων του παιδιού. Θα χορηγήσει σταθμισμένες ή μη διαδικασίες για να αξιολογήσει ικανότητες όπως το παιχνίδι, μη προφορικές δεξιότητες, κατανόηση προφορικού λόγου, λεξιλόγιο, σύνταξη, σημασιολογία, άρθρωση, φωνητική και φωνολογική ανάπτυξη καθώς και πραγματολογικές δεξιότητες. Σημαντικό μέρος της αξιολόγησης είναι η στοματοπροσωπική εξέταση. 

 

Οι στόχοι της λογοθεραπείας στα παιδιά με υπερωϊοσχιστίες είναι οι παρακάτω:

  • Μείωση την έρρινης χροιάς κατά τη φώνηση, εφ ΄ όσον η ρινοφαρυγγική ανεπάρκεια έχει αποκατασταθεί χειρουργικά κατά το μέγιστο. 

  • Ενίσχυση της φθογγικής ακουστικής διάκρισης των φωνημάτων. 

  • Αποκατάσταση των φωνημάτων που παραλείπονται, αντικαθιστώνται ή αλλοιώνονται. 

  • Ενίσχυση της έκφρασης και της δομής του λόγου, καθώς και μαθησιακή ενίσχυση εφ ’όσον συνυπάρχει γενικότερη καθυστέρηση. 

 

Βασικές αρχές για την λογοθεραπεία

  • Θέτονται μακροπρόθεσμοι και βραχυπρόθεσμοι στόχοι. Η εντελώς φυσιολογική ομιλία μπορεί να μην επιτευχθεί. Αντίθετα η κατάκτηση μιας αποδεκτής και καταληπτής ομιλίας από το περιβάλλον πρέπει να είναι ο ιδανικός και εφικτός στόχος. 

  • Το θεραπευτικό πλάνο πρέπει να συμπεριλαμβάνει στην αρχή απλούς συνδυασμούς συμφώνων και φωνηέντων, αργότερα να γίνονται περισσότερο πολύπλοκοι .

  • Δουλεύοντας την άρθρωση θα πρέπει να ακολουθείται η διαδοχική σειρά της φυσιολογικής ανάπτυξης των φωνημάτων. 

  • Χρησιμοποιούνται όσο το δυνατόν περισσότερο τα αισθητήρια όργανα για την θεραπεία όπως ακοή , όραση, αφή. 

  • Σημαντικό ρόλο για την κατανοητή ομιλία παίζουν η προσωδία (μελωδικότητα), ο ρυθμός και η ένταση της φωνής. Οπότε δουλεύοντας την άρθρωση συμπεριλαμβάνουμε και αυτούς τους στόχους. 

  • Η θεραπεία ξεκινάει στον τομέα όπου η πιθανότητα επιτυχίας είναι περισσότερο αυξημένη, έτσι ώστε να ενθαρρύνεται το παιδί και να έχει κίνητρο για τη συνέχιση της θεραπείας.